- θέρμαινε
- θερμαίνωwarmpres imperat act 2nd sgθερμαίνωwarmimperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θέρμαιν' — θέρμαινε , θερμαίνω warm pres imperat act 2nd sg θέρμαινε , θερμαίνω warm imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θερμαίνω — θέρμανα, θερμάνθηκα, θερμασμένος 1. κάνω κάτι ζεστό: Ο ήλιος θερμαίνει τη Γη. 2. εμψυχώνω, δίνω κουράγιο: Η ελπίδα της επιστροφής τον θέρμαινε στην ξενιτιά. 3. τονώνω, εξάπτω: Ο ζήλος του θερμάνθηκε. – Θερμαίνεται η πολιτική ατμόσφαιρα. 4. το μέσ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)